Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ 5ον




Με πλαστικότατη παραστατικότητα γίνεται το  " κλάμα" - όπως λένε εκεί (στη Μάνη) το μοιρολόγημα του νεκρού.
Από όλες τις γειτονιές του χωριού ξεχύνονται και έρχονται συγγενείς και φίλοι, άντρες και γυναίκες μαυρομαντιλούσες. Μόλις περάσουν την εξώπορτα και μπούν στην αυλή του σπιτιού ξεφωνίζουν όλοι μαζί πένθιμα και μονότονα:
-Αδέρφι!...       Αδέρφι!...      Αδέρφι!...
Ανεβαίνουν στον πύργο. Μπαίνουν στο θάλαμο του νεκρού, σπαρακτικότερα τωρα όλοι μαζί ξεφωνίζοντας:
-Αδέρφι!...       Αδέρφι!..        Αδέρφι!....      
Αφήνουν πάνω στο λείψανο, καταγής χάμου στο πάτωμα ξαπλωμένο, τα "ματζέτα" τους. Μικρές φτωχοανθοδέσμες από βασιλικό και μαντζουράνα.
Οι άντρες παραστέκουν γύρω όρθοι! Οι γυναίκες κάθονται κατάχαμα, κοντά στις άλλες γυναίκες, που περιτριγυρίζουν καθισμένες το λείψανο. Οι πιο στενές συγγένισσες με τα μαλλιά λυτά.
Οι μοιρολογίστρες, συγγένισσες και φίλες,παρακάθονται χωρισμένες δεξιά κι' αριστερά κοντά στο νεκρό, χάμου,σκεπασμένον από βασιλικούς κι' άλλα "μυριστικά".
Κρατούν τα λυμένα τους μαλλιά, χωρισμένα, στα δυό  χέρια τους κάτω χουφτωμένα.Κι' όπως κρατάει το μοιρολόι, που η μιά το λέει και οι άλλες σε χορό τη βοηθούν, κατεβάζουν ρυθμικά πότε το δεξί και πότε το αριστερό τους χέρι, και σέρνουν, τραβούν κάτω ρυθμικά τα λυμένα τα μαλλιά τους, κατεβάζοντας ρυθμικά και μονότονα πάντοτε τα κεφάλια τους πάνω στον κοιτόμενο , το νεκρό, πότε δεξιά, πότε αριστερά, κατα το ρυθμό του μοιρολογιού.
Όταν θέλει η κορυφαία από τις δεξιές μοιρολογίστρες να "πάρει" το μοιρολόι από την κορυφαία στις αριστερές, που αυτή σέρνει το μοιρολόι, -απλώνει πάνω από το νεκρό το χέρι της και της ζητάει το δικό της. Εκείνη τότε της δίνει το δεξί της χέρι. Και μαζί της "δίνει και το μοιρολόι". Την πρωτοβουλία δηλαδή να μοιρολογήση, τις περισσότερες φορές αυτοσχέδια.

                                                                                                           Κωστής Πασαγιάννης





 Ζωή σύζ. Σταύρου Γ. Νικολαρέα

Όλα με τη γλώσσα της χαράς / με καλούν να ζήσω μα ω, τι κρίμα/ -άμοιρη ψυχή μου σπαρταράς- / κάτι με τραβά σε κάποιο  μνήμα.   Φώτης Αγγουλές

 Μιχάλης Κων. Μωρακέας
 Κώστας Μ. Μωρακέας
...κι όλα  τ' αστρανάματα μαζί/ κι όλα τα τραγούδια των κυμάτων/ κι ό,τι υπάρχει κι ό,τι ζει/ έξω από τη νάρκη των μνημάτων.  Φώτης :Αγγουλές

 Αντωνία Μωρακέα (Κώσταινα)

 Σπύρος Κων. Μωρακέας
 Ο Χάρος εβουλήθηκε/ να φτιάσει περιβόλι,/τόσκαψε, το καλούργησε,/ να το δεντροφυτέψει./ Φυτέυει νιές για λεμονιές,/ τους νιούς για κυπαρίσσια,/ φύτεψε τα μικρά παιδιά,/ διόσμους και καρυοφύλλια,/ έβαλε και τους γέροντες/ φράχτη στο περιβόλι..      Μοιρολόγι


 Πιέρος Κων. Μωρακέας
 Πέτρος Λ. Πετροπουλέας
Κράτα πουλί την ορμηνιά σου κι ετοιμάσου/ το βόλι να δεχτείς αβόγγιστα/ στα χρυσοφτέρουγα σου.      Σωτ. Σκίπης

 Σωτήριος Α. Μωρακέας

 Παπα-Μιχάλης Μωρακέας
Ήσουν στη βάρκα μέσα την ταφόβαρκα,/ κι ένας γιαλός απλωνόταν ομπρός σου,/ Μαύρος Γιαλός σα νύχτα αφέγγαρη,/Μαύρος Γιαλός δικός σου.   Σωτ. Σκίπης
 Σταυρούλα Μωρακέα (παπαδιά)

Ανδρέας Λ. Πετροπουλέας
Τα μαύρα τα παιδιά σου στην ακρογιαλιά,/ -κανείς παρόμοιο δάκρι να μη χύσει-/ παρακαλούσαν το Μαυροβαρκάρη σου/ να μη σε ξεκινήσει.    Σωτ. Σκίπης


 Φάνης παπα Ανδρέα Αρκουδέας

Μωρακέας Φώτιος, Ειρήνη (Σαράνταινα), Ηλίας
Όμως σαν ήρθε η ώρα και ξεκίνησε/...../ με μοιρολόγια μας αποχαιρέταγες,/ με σπαραγμό, με κλάμα και με δάκρυ,/ ενώ ολοένα η βάρκα σου χανότανε/ μες  στου γιαλού τα μάκρη.    Σωτ. Σκίπης
 Παναγιώτης Σ. Ανδροβιτσανέας

 Γεωργ'ια Β. Νικολαρέα-Μοίρα
Μίση κακίες σαν όνειρα νυχτερινά και μαύρα,/ σκορπίστετα ατον άνεμο το κάθε χαραμέρι,/ στης καλοσύνης τη γλυκιά λουστείτε μες στην αύρα,/ γιατί κανείς του γιασεμιού την ώρα δεν την ξέρει.   Σωτ. Σκίπης          
 Διαμαντής Απειρανθίτης σύζ. Βούλας Π. Νικολαρέα

 Δημήτρω Πιέρ. Δραγωνέα-Πουλοπούλου
Θέλουν κάσες οι αφεντάδες/ οι τρανοί κι οι βασιλιάδες./ Κάσες θένε κι οι ζητιάνοι/ κι ο καθείς θε να πεθάνει.   Σωτ. Σκίπης
Μαρία Χρ. Ανδροβιτσανέα

 Γιώργος Αντ. Δραγωνέας
  Έτσι μια φορά κι εμείς/ θα ταφούμε μες στη γής./ Σάρκα και κορμί διψάνε/ τα σκουλήκια για να φάνε.   Σωτ. Σκίπης
Ελένη Πετροπουλέα (Νικολού)

 Βαγγέλης Μ. Καράμπελας
Μα εμείς των σκοταδιών τα πλάτια/ τι καρτεράμε οι σκελετοί;/ και τι με τα γυάλινα μάτια/ θωρούμε ολόγυρα βουβοί;   Σωτ. Σκίπης
 Βαγγέλης Μ. Καράμπελας

 Μαρία σύζ. Μιχάλη Καράμπελα
... ω αυγουστιανό φεγγάρι,/κ' απ' το φως σου να θωρώ σκυφτές να βγαίνουν γριές/ και κόρες μαυροφόρες,/ για να προσμένουν κάποιους νιούς από τις μακρινές/ που δεν γυρίζουν χώρες.          Σωτ. Σκίπης
 Όλγα σύζ. Βαγγέλη Μ. Καράμπελα

 Θωμάς Μ. Καράμπελας
Σε ξέρω, σε περίμενα/ δεν είσαι ο αλύπητος ο Χάρος;/ ... /Κι ήταν ο Ακρίτας δώθε σίφουνας/ κι ο Χάρος κείθε ανεμοζάλη.   Σωτ. Σκίπης
Θωμάς Μ. Καράμπελας

 Θωμάς Μ. Καράμπελας
Τρείς μέρες και τρείς νύχτες πάλευαν./ Μα τα μεσάνυχτα της τρίτης,/ ο Χάρος την καρδιά του Διγενή/ δαγκώνει σαν κακός αστρίτης. Σωτ. Σκίπης
 Όλγα και Βαγγέλης Μ. Καράμπελας

 Μιχάλης Καράμπελας
Που γυρίζετε, χειμώνιασε πιά!/ Που βρέχεστε! Θα λιώσαν τόσα χρόνια τα ρούχα σας/  και οι αστραπές θα σας έκαψαν τα μαλλιά σας. Νικηφόρος Βρεττάκος
 Διαμάντω Νικολαρέα (Νικολού)

 Μετάξω Ν. Κατσαρέα
Σ' έχω σκεπάσει με φύλλα και κλαδιά της καρδιάς/ μια μεγάλη σημαία από άνθη και χρώματα,/ να θαμπώσω τους φύλακες της νύχτας, να μπορέσω/ να σε βγάλω πιο πέρα. Να περάσεις ανέγιχτη/ την αλέα της λησμονιάς.  Νικηφόρος Βρεττάκος
 Βάσος Π. Νικολαρέας

 Παναγιώτης Κυρ. Κατσαρέας
Ήθελε να ζήσει όσο θέλαμε  και εμείς/ κι όμως τον σκοτώσανε.    Άρης Αλεξάνδρου
 Μιχάλης Ν. Πετροπουλέας

 Μήτσος και Σοφία Νικολαρέα
Α! βρε Δημήτρη δουλευτή,/ πως νταγιαντάς την Κατουγή,/πούσαι και χεροδύναμος,/και δε χαλάς τα σίδερα;   Μοιρολόγι
 Πέτρος  Λ. Πετροπουλέας

 Ευρυδίκη Π. Ανδροβιτσανέα - Ψαράκου
Να βγείτε από τα μνήματα χτυπώ,/να ρθείτε πάλι στο δικό μου πλάγι/ ... / και θέλω τώρα κάτι να σας πω.    Μιλτιάδης Μαλακάσης
 Αφρούλα κ Κυριακώ κ Ηλίας Γ. Κατσαρέας και στο μέσον Κυριακώ Ηλ. Κατσαρέα κατόπιν παπαδιά παπα Παναγιώτη Πετροπουλέα
Σωτήρης Τζαν, Ανδροβιτσανές
Προσθήκη λεζάντας
Στον  κάτω κόσμο οι πεθαμένοι,/σαν είδαν έξαφνα να μπαίνει/ ο ξανθός ήλιος ως εκεί,/ να τους φωτά το αιώνιο βράδυ,/ του Χάρου βόγγιξαν ομάδι:/ σαν τι κακό περνάει τη γη/

 Κυριακώ Γ. Κατσαρέα σ'ύζ. Σωτήρη Τζαν. Ανδροβιτσανέα




 Κατίνα και Ηλίας Γ. Κατσαρέας

Κι' απελογήθη -μη ρωτάτε!/ μονάχα πάρα μέσα μπάτε,/ να μου κρυφτούν οι ζωντανοί!/ Τόπο! και μ' έπνιξε το κλάμα,/στον πάνω κόσμο ως είδα, -θάμα!-/ τον Ήλιο Χάρος να γενεί! Άγγελος Σημηριώτης

Κατίνα σύζ. Ηλία Γ. Κατσαρέα

 Παπα-Ανδρέας Αρκουδέας
Μα εγώ του ελέου προσκυνητής που από τη θλίψη γέρνω,/στους που αδικήθηκαν και στους που ζουν στο πόνο,/το Μάη μαδώ και αγιάζω τους, το μπάλσαμο μου φέρνω,/ κι από τα ρεποθέμελα μια νέα μορφιά φέρνω.   Άγγελος Σημηριώτης
 Κυριακώ και παπα-Παναγιώτης Πετροπουλέας

 Νικολής Γ. Κατσαρέας
Τ ' αστέρια τρεμοσβήνουνε κι η νύχτα είναι λίγη/ μα φως χλωμό και άρρωστο οι κάμποι αντιφεγγίζουν/ κι ολόγυρα του, όπου στραφεί το μάτι του, ξανοίγει/ εδώ κορμιά , εκεί κορμιά στρωμένα να μαυρίζουν./ Φίλους κι εχθρούς ο θάνατος σ' ένα τραπέζι σμίγει,/ όπου τ' αγρίμια ακάλεστα με πείνα τριγυρίζουν./ Χαράς τον όπου γλίτωσε, χαρά στον πόχει φύγει,/μα όσους το βόλι ξέσκισε, κοράκια ξανασκίζουν.    Ιωάννης Γρυπάρης

3 σχόλια:

np είπε...

Τόσα μνημόσυνα, και με λύπη δεν βλέπω πουθενά τον παππού μου, τον Τέλη, ίσως τον πιο γνωστό του χωριού...
Και απο σήμερα θα μπορούσατε να προσθέσετε στην λίστα και την γιαγιά, παρέα σε όλους τους συγχωριανούς που έχουν φύγει.
Ας τους θυμόμαστε με χαμόγελο.

Σταύρος Μωρακέας είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Σταύρος Μωρακέας είπε...

Νίνα έχεις δίκιο.Και όμως θα έβαζα στοίχημα το κεφάλι μου ότι τον είχα τουλάχιστον δύο φορές. Ίσως ξέρεις ότι στην Πολιάνα η σύνδεση γίνεται μέσω κινητής τηλεφωνίας και το σήμα πότε κόβεται και πότε επανέρχεται,δεν είμαι και καλός χειριστής και κάπως έτσι πρέπει να έγινε το λάθος. Έγινε "διόρθωσις ημαρτημένων". Ίδε 3ον κ 4ον. Τη γιαγιά σου στο επόμενο για να μην είναι σε ημερομηνία ανάρτησης που ζούσε ακόμη. Θα με εξυπηρετούσες αν φωτογραφίες του παπού σου καιτης γιαγιά σου και άλλων συγγενών,τις περνούσες σε ένα CD και μου τις έστελνες. Ευχαριστώ για την επισήμανση. Καλες γιορτές.