| " Τους κάμπους λουλουδίζω/και τα κλαδιά φουντώνω/του Πάσκα φέρνω τις χαρές,/ στης νύχτας μέσα τη δροσιά μ' αηδόνια ξεφαντώνω. Αλέξανδρος Πάλλης |
| Όλα ήταν για μας./Για σένα δεν είχε τίποτα ο κόσμος./ Για μας τα λουλούδια κι η θάλασσα,/ τα τραγούδια και η Λαμπρή. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Ποιός είχε πεί που σούμελλε, πέτρα, να βγάλεις ρόδο; Διονύσιος Σολωμός |
| Το όνμα σου: κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν, την άνοιξη πίσω τους. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Το όνομα σου: αγιόκλιμα αναριχώμενων άστρων. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Το όνομα σου: παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του Μάη. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Το όνομα σου: αέτωμα περιστεριών στον ορίζιντα. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Βάλε τα σπάρτα στα μαλλιά σου/τις μυγδαλιές στην αγκαλιάσου / κι έβγα νυφούλα στα βονά. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Κάθε μιά στα μαλλιά της έχει από ένα τριαντάφυλλο./ Κ' έχει από ένα κυκλάμινο πάνω στο στήθος της. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Μη μου ξυπνήσεις τ' όνειρο /που ολόβαθα πλανιέται/ στα ρόδα του Μαγιάπριλου/ μην το ξυπνήσεις. Κώστας Χατζόπουλος |
| Φαινόταν σαν τ' άνθη ταπεινός/ και σαν τ' άνθη φαινόταν φωτεινός. Κώστας Χατζόπουλος |
| Εις τα ξερά κλωνάρια ανθούνε κρίνοι/ και γιασεμιά η πέτρα είναι γεμάτη. Παύλος Νιρβάνας |
| Με ανεμώνη έστεψα τους πενιχρούς μου στίχους,/ ους εις το έαρ της ζωής παρήξα στιγμιαίως. Δημ. Σ. Βυζάντιος |
| Μάνα σαν έλθ' ο φίλος μου αν με πονεί η ψυχή του,/πες με λουλούδια του βουνού νεκρή να με στολίσει,/ γιατί τ' αγάπαγα πολύ σαν τάκοφτα μαζί του.... Αχιλλέας Παράσχος |
| Μια ανεμώνη που ανθεί/ στο βράχο στηριγμένη,/ να νοήσει προσπαθεί/το τραγούδι τι σημαίνει. Γεώφγιος Βιζυηνός |
| Αγνό κρυφό λουλούδι της ζωής μου/ έλα και πρόβαλε στο φως του κόσμου. Παύλος Νιρβάνας |
| Της πικροδάφνης ο ανθός πάντα πικρίζει λίγο,/ έτσι είναι και τα χείλη σου όταν μου λεν να φύγω. Ιωάννης Πολέμης |
| δυνατό μύρο κατασταλασμένο/ από κρίνου βαριούς ανασασμούς. Κωστής παλαμάς |
| Μα χτες καθώς με θάρρεψε το γέλιο του Μαρτιού/ και τράβηξα να ξαναβρώ τ' αρχααία μονοπάτια,/ στο πρώτο μοσκοβόλημα ενός ρόδου μακρινού/ μου δάκρυσαν τα μάτια. Κωστής Παλαμάς |
| η πλάση σε περιβόλι του Μαγιού ένα πανηγύρι,/ και μια πατριδά η Γη. Κωστής Παλαμάς |
| Κι ήρθαν ανθοστεφανωμένες/μ' όλα τα λούλουδα του Μάη,/ κι άνθη κρατώντας και στα χέρια,ντέλφια χτυπάνε και κουδούνια,/και κύκλους πλέκουν και χορεύουν/ και τραγουδούν το Μάη το Μάη. Κωστής Παλαμάς |
| ο Απρίλης μες στον κήπο μου, και στο χωριό ο Μάης. Κωστής Παλαμάς |
| Ποιός το στοχάστηκε, ποιάς Μοίρας είναι τάμα,/από τα κακομύριστα και τ' απορίμμια/ να υψώνονται τα ολόχλωρα,και αγνό το θάμα/ του Μάη κι Απρίλη απ' την ακάθαρτη ασκήμια; Κωστής Παλαμάς |
| Ήτανε τ' άνθια μετρητά, τα κρίνα ήταν λίγα,/και να θερίσω ορέχτικα τον κρινοθησαυρό,/κι όλα τα κρίνα μάτιασα κι όλα τα κρίνα πήγα/στον πλούσιο κήπο νάβρω τα και να τ' αγκαλιαστώ. Κωστής Παλαμάς |
| Κοιτάζοντας μέσα στο κίτρινο διάφανο σπάρτο,/ μπόρεσα κ' είδα θαρρώ το βάθος του κόσμου:/ την ομορφιά τη σοφία, το γούστο/ εκείνου που τόφτιαξε. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Ήμουν αθώο κι ανήξερο,/ κι ήμουν βυζασταρούδι/ κι ήμουν λιγότερο άνθρωπος/ και πιό πολύ λουλούδι. Κωστής Παλαμάς |
| Ω τη χαρά του κήπου μου με τον καινούργιο Απρίλη/που ευώδιασε το γιασεμί και το γιοφύλι. Κώστα Χατζόπουλος |
| Ω τη χαρά του κήπου μου με την γλυκιάν ημέρα/που μες στα δεντρολίβανα σε ατέλειωτο μεθύσι/φαιδρά μυριοβουίζει το μελίσσι. Κ'ωστας Χατζόπουλος |
| Αντιστέκομαι όπως οι ελιές της πατρίδας μου, οι σκληρές/ σαν τα κόκαλα τ' αντρειωμένου, που τους λείπουν οι μαντήλες/ μονάχα για να μοιάζουν με τις μανάδες μας. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Τα κρίνα δροσοστόλιστα / για σε μοσχοβολάνε. Ηλίας Καλαμογδάρτης |
| Και μες στα κρίνα το γλυκοφίλημα/ ενός αγγέλου θα σε ξυπνά. Αλεξαν. Ρίζος Ραγκαβής |
| Ω τη χαρά του κήπου μου που με χλωρά βλαστάρια/του φόρεσε η κληματαριά στέφάνα. Κώστας Χατζόπουλος |
| Ψυχή μου χαρά μου, τι κάθεσαι μέλισσα;/ Άνοιξαν όλα τα λουλούδια του σύμπαντος. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Το χάσμα π' άνοιξε ο σεισμός κι ευθύς εγιόμισ' άνθη. Διονύσιος Σολωμός |
| Εις χρυσά μαλλιά εφόρει / κόκκινο λουλούδι η κόρη. Αλεξανδρος Ρίζος Ραγκαβής |
| Το γαρύφαλο που λέει /πως μιαν κάποιαν καρδιάν καίει / πάθος δυνατόν,/ ποιά το θέλει; ποιά το παίρνει;/ Μια πενήντα φιλιά φέρνει,/ κι άλλη εκατόν. Αλεξανδρος Ρίζος Ραγκαβής |
| Εδώ δεν έλειψε ποτέ λουλούδι και πουλάκι. Διονύσιος Σολωμός |
| Έλα μαζί μου, έλα μαζί μου πέρα,/μακριά απ΄εδώ στον κάμπο πέρα,/στον κάμπο πέρα που γελούν οι παπαρούνες,/ στον κάμπο πέρα που λαλούν τα χελιδόνια. Κώστας Χατζόπουλος |
| Όσα λουλούδια είν' το Μάη/ μαδημένα ερωτηθήκαν,/κι όλα αυτά μ' αποκριθήκαν/ πως εσύ δεν μ' αγαπάς. Διονύσιος Σολωμός |
| Κρίνους ο λίθος έβγανε,/ Χρυσό στεφάνι ο ήλιος. Διονύσιος Σολωμός |
| Γύρα/ σκορπά τον πόνο του στα μα/ ραμένα κρίνα το φεγγάρι. Κώστας Χατζόπουλος |
| Θυμάρι και πεύκα και πράσινα κλήματα./ Κ' είχε η ατμόσφαιρα μια μυρουδιά/ γιομάτι πετράδια. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Μιαν αυγή με ρόδα μου είπαν πως γελάει,/μιαν αυγή με ρόδα κατου στο γιαλό. Κώστας Χατζόπουλος |
![]() |
| μιάν αυγή με ρόδα που είδα έναν καιρό,/μιαν αυγή με ρόδα μου είπαν πως γελάει,/ μιαν αυγή με ρόδα κάτου στο γιαλό. Κώστας Χατζόπουλος |
![]() |
| ω, ας σε αφήσει η μοίρα ως σ' έχει στείλει/ κοντά μου πάντα αμάραντον Απρίλη. Κώστας Χατρζόπουλος |
![]() |
| Ξάφνου το δάσος γέλασε και μ' άνθη εχει γεμίσει. Κώστας Χατζόπουλος |
![]() |
| στα βάλτα ο νους που να το βάλει/ πως θ' άνθιζαν τα κρίνα τώρα; Λώστας Χατζόπουλος |
| Άσε το φθινόπωρο/ γύρω σου να στρώσει/ τ΄άνθη τα στερνά. Κώστας Χατζόπουλος |
| Μια μελισούλα παρδαλή, που τηνε λένε Αγάπη / κι αντί το δεντρολίβανο να βόσκει και το ρόδο / βυζαίνει ανθρώπινες ψυχές κι εκείθεν πίν' η κλέφτρα / όση αν βρει μοσχοβολιά, όση αν βρει γλυκάδα. Αριστιοτέλης Βαλαωρίτης |
| Το ίον έμεινε σιγών/ η κεφαλή του κάτω νεύει,/ και δρόσου διαυγής σταγών,/ εν δάκρ' εις τα όμματα του ανέβη. Άγγελος Βλάχος |
| Μελωδίες ζεφύρους/ κι ευωδίες απ' την άνοιξη, τα μάζεψες όλα και τάστειλες όλα σ' αυτό το βουνό/ να πνέουν κατά πάνω μου. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Και είχαν ρόδα και κρίνα στην ποδιά/ και γελούσαν οι κόρες στα παιδιά/και τραγουδούσαν. Κώστας Χατζόπουλος |
| Και κοίταζαν τις κόρες στο νερό/ πως τίναζαν τα κρίνα στον αφρό,/ πως μαδούσαν τα ρόδα στο νερό. Κώστας Χατζάοπουλος |
| Και ήταν άνοιξη, κι είχε η πασχαλιά/ μαζέψει επάνω πλήθος τα πουλιά Κώστας Χατζόπουλος |
| και κοίταζε τ' άνθη στο λιβάδι/και φαινόταν καλός σαν τα πουλιά/ κι ωραίος σαν τ' άνθη στο λιβάδι Κώστας Χατζόπουλος |
| Διπλό γαρούφαλο στ' αυτί μου, /η μάνα μου και τ' άλογο μου / ο Ιησούς Χριστός κι εφτά παιδιά. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| Και τα πουλιά διπλώσαν το φτερό,/σπουργίτες ταπεινοί και σπίνοι,/και σώπαιναν και του άκουαν τη φωνή,/και την άκουαν κι έγερναν και οι κρίνοι. Κώστας Χατζόπουλος |
| και ήταν γιούλια κοντά του οι ταπεινοί/κι οι φτωχοί κρίνα γύρω του σκυμένοι. Κώστας Χατζόπουλος |
| μα προς εσένα υψώνουμε το χέρι/ορθό σαν ηλίανθος το μεσημέρί Κώστας Χατζόπουλος |
| Κόψτε κλαρί απ' το λόγγο/ νάναι χλωρό και δροσερό, νάναι ανθούς γεμάτο,/και στρώστε το κρεβάτι μου και βάλτε με να πέσω. Αριστοτέλης Βαλαωρίτης |
| Κι ερχόμαστε: δε χύνουμε τα μύρα,/το χέρι μας δε σπέρνει την αλόη,/σμύρνα και νάρδους δε σκορπίζει στείρα. Κώστας Χατζόπουλος |
| Ω! πως μ' αργοπορήσατε, λουλούδια,/ κι εσείς ματάκια,/που ανθίζατε σε κάθε φράχτη πίσω! Άγγελος Σημηριώτης |
| ερχόμαστε όπως έρχεται στη χλόη/ τον Απρίλη το νέο μελισσολόι,/ερχόμαστε σαν άνθη στο λιβάδι, Κώστας Χατζόπουλος |
| Ρόδου και κρίνου ανασασμός και γιασεμιού η πνοή μου,/λιγοθυμούσε οπ' έσκυβε στα χείλη μου να πιεί. Άγγελος Σημηριώτης |
| σαν κρίνα του αγρού μας έχεις ντύσει,/σαν του ουρανού πετούμενα φροντίσει,/κι είμαστε εμείς τα πατημένα κρίνα Κώστας Χατζόπουλος |
| Και ταπεινό λευκανθισμένο βάτο/εμπρος τα φτερά η ψυχή μας κλείνει Κώστας Χατζόπουλος |
| Και μες στον ήλιο τον λαμπρό, μονάχο, σαν καλάμι,/σε χίλια μέσα λούλουδα στο περιβόλι εκείνο,/ο Δάντης μούδειξε θολός κατάμαυρο ένα κρίνο. Άγγελος Σημηριώτης |
| Ω μην αργείς τον ήλιο σου να φέξει/ και ν' ανοίοξει χαμόγελο η καρδιά σου/ στα κρίνα των αγρών τα πετεινά σου! Κώστας Χατζόπουλος |
| και διαβαίνει κι απλώνει φως θολό/και σταλάζει στα κρίνα το γιαλό. Κώστας Χατζόπουλος |
| Σιμώνω... βλέπω κρεμαστά σ' ένα γυρτό κλωνάρι/ τ' ασημωμένα βέλη του (του έρωτα) και το χρυσό δοξάρι. Αλέκος Φωτιάδης |
| Και είσαι το άυλο το κρίνο στο γιαλό/ που φέρνουν οι κόρες στον καλό Κώστας | χατζόπουλος |
| Τ' άλικα χείλη από ανεμώνη/ ανθόφυλλα,η γλώσσα φράουλα/ ζεστή απ' τη κάψα, που φουντώνει/ τη σάρκα και ροδίζει μάγουλα. Μέντος Φιλήντας |
| είσαι το άχραντο ρόδο στα μαλλιά,/σαν αυγής είσαι ακτίνα,/και σου φέγγουν τα ρόδα στα μαλλιά/και τα χέρια στα κρίνα. Κώστας Χατζόπουλος |
| και ρόδα η δύση απλόχερα σκορπά στους ουρανούς/ και στων βουνών τις κορυφές σκορπάει ζεμπούλια. Ιωάννης Γρυπάρης |
| Και σου φέγγουν σα ρόδα τα μαλλιά/ και σα φως από αστέρια - /Και σου παίρνω α ρόδα απ' τα μαλλιά/ και τα κρίνα απ' τα χσέρια. Κώστας Χατζ'οπουλος |
| Ραινουν οι ακακίες γύρα/ περίγυρα τα μύρα/ κι οι πασχαλιές,/ η θάλασσα η μεγάλη/ ψάλλει/ στο βάθος, πίσω απ' τις παλιές ελιές. Ιωάννης Γρυπάρης |
| Στεφάνι να φορέσω εκεί θα επιθυμούσα/ που σέρνουν οι νεράιδες το χορό. Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Μα ήρθες και σκόρπισες τα στάχυα στο νερό,/τα ρόδα στον αέρα./ Και μ' ένα κρίνο στάθηκες, ωχρή/ σα φθινοπώρου μέρα. Κώστας Χατζόπουλος |
| Ήταν άνοιξη τότε κ' οι λυγαριές ανθισμένες,/ έμοιαζαν με χρωματιστές πηγές που ανάβλυζαν και ξεχείλιζαν. Νικηφόρος Βρεττάκος |
| ΨΕΣ στον ύπνο μου ήρθες και κρατούσες/ ένα ρόδο που είχε μαραθεί,/και με κάποια λύπη με θωρούσες,/ κι είχε νόημα τ' όνειρο βαθύ.... Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Και όταν φτάσει η άνοιξη/ κι όταν έρθουν τα πουλιά/και γυρίσουν τ' άνθη,/ σαν έναν καιρό / θα σε περιμένω. Κώστας Χατζόπουλος |
| ΑΥΤΟ το ρόδο που μαδάς είναι η καρδιά μου./ Τι κι αν σου πει πως σ' αγαπά ή δεν σ' αγαπά; Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Καιτ' άστρα μόλο τους το φως κοιτούν μ' ερωτεμένα, / και ρόδο μέσα μου πολύ, κρίνος πολύς ανθίζει. Διονύσιος Σολωμός |
| Στο ρόδο απάνω στάθηκε μια πεταλούδα, μια άλλη/ στον κρίνο και μια τρίτη τριγυρνά Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Και να μαζέψουνε/ τα καλαθάκια/ εις τα χεράκια,/στο Μάη εβγήκανε τον ανθηρό. |
| Εδώ κ' εκεί άσπριζαν σαν προβατούλες,/ οι κοπελούλες, μες στ' ανθοευώδιαστα/ χόρτα λαμπρά. |
| Κι άλλη ευμορφούλα,/ όπου ξανοίγει/ άνθος ν' ανοίγει,/ τρέχει και κόβει το με προθυμιά. |
| Κίτρινα λουλούδια/ άλλη μαδούσε / και τα ρωτούσε,/ ποιός τάχα νέος/ την αγαπά. |
| Με τις παλάμες της, τις απαλούλες/ παπαρουνούλες,/ άλλη τις έσκαγε/ παιγνιαδιστά. |
| Και άλλη ησυχότερη,/ στην πρασινάδα/ και στη σκιάδα του όχτου εκάθητο προσεκτικά. |
| Και με τα άνθη / τα μυρισμένα,/ τα μαζωμένα,/ στεφάνι εστόλιζε/ από μερτιά. |
| Εύμορφοι εδιάβησαν/ νέοι ομάδι./μες στο λιβάδι/ είδαν ν' αστράφτουνε μάτια γλυκά. |
| Είδαν ξανθόμαλλα/ να αερίζουν,/ να παιγνιδίζουν,/ στη λεπτοζέφυρη/ φυσηματιά, |
| και λεπτομάγουλα,/ ωσάν μοσκούλες/ μισανοικτούλες,/ που είν' κοκκινούτσικες / καταμεσίς. |
| Ευθύς γλυκόλογα που η αγάπη εμπνέει,/ να λεν οι νέοι/ στις κόρες άρχισαν/λόγια απαλά. |
| -Κοπέλες εύμορφες/ που μοναχούλες;/ Σαν καλογριούλες,/ τ' άνθη μαζώνετε/ τα δροσερά; |
| Θέλετε νάλθουμε/ και μεις σιμά σας/ στη συντροφιά σας,/να σας βοηθήσουμε φιλιστικά; |
| Καθώς οι άκακες/ οι προβάτούλες,/που τες κορφούλες/ των χόρτων βόσκουν/ με ξεγνιασιά,/ αν λάχει κι έξαφνα/ κείθε πηδήσει/ και τις ξαφνίσει/ ή ζώον ή άνθρωπος/ που κυνηγά, |
| με μιάς αφήνουσι/ το βόσκημα τους/ και εις μανδριά τους/ ομού όλες φεύγουνε/ τρομακτικά |
![]() |
| Οταν οι εύμορφες,/ είδαν κοντά τους/ και εις τ' αυτιά τους/ των νέων απάντεχα/ ήλθε η λαλιά, |
![]() |
| ευθύς εσκόρπισαν/ όλες και φεύγουν,/ όλες γυρεύουν/εδώθε -κείθενε/ που να κρυφθούν. |
![]() |
| Εκείνοι οπίσω τες/ ακολουθούσαν,/παρακαλούσαν/ μ' ερωτικότατα/ λόγια απαλά: |
![]() |
| Λιοντάρια είμαστε !/ Είμαστε λύκοι,/που τόση φρίκη/ για μας ελάβατε/ ω κορασιές; |
| Κόρες μη φύγετε,/ μόνον ποθούμε/ να σας θωρούμε./ Ε! σταματήσατε ελάτ' εδώ.- |
| Αλλ' αυτές εφύγαν/ και πληγωμένους/ εκειούς τους θλιμένους/ σκληρότατα αφήσαν εις την καρδιά. |
| Νιές που μ' ακούετε,/μην τες ομοιάσετε/ να μην λιγιάστε/ σαν κειές οι άγνωστες,/ τς ερωτικούς. |
| Από τα κάλλη σας/ μη τους στερείτε,/ αλλά ποθείτε/ πάντα να κράζεσθε σπλαχνιστικά. |
| Και τώρα μάλιστα / που στον αέρα,/νύκτα και μέρα/ πνέει ο έρωτας πνέει γλυκά. Αντώνης Μάτεσις"Τη πρώτη Μαϊου" |
| Λουλούδια μάζευαν ξανθές παιδούλες μες στους κήπους,/στους κάμπους στάχυα και κρινάκια δίπλα στο γιαλό Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| το φεγγάρι ακόμα παίζει μαγεμένο,/ μέσα στα λουλούδια μέσα στα κλαδιά. Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Μέσα στον κήπο σου τα λούλουδα τ' ανοιγμένα,/ γύρω απ' αγάλματα άψυχα, βαριά, Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Είπε της αμμουδιάς το κρίνο,/σκυμένο πάνω στον αφρό:/ Γιατί την πίκρα σου να πίνω,/ κύμα σκληρό; |
| Μενεξεδένιο μου μπουκέτο!/Ω το χαριτωμένο χέρι/ που σ'εχει φέρει/κάλλιο να κράταγε στιλέτο! Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| ΤΟ ΜΟΣΚΟ,το βαρύμοσκο νεκρούς όπου ανασταίνει,/ στην πόρτα μου τόνε σκορπά μια άγνωστη μια ξένη - Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Χίλια πουλάκια κελαϊδούν, χίλια λουλούδια ανθούνε,/χίλιες καρδιές χτυπούνε, Μιλτιάδης Μαλακάσης |
| Καθρεπτισμένος στα νερά σου,/λίμνη, τα πράσινα, φορώ/στεφάνι από τα νούφαρα σου/ το πιο λαμπρό, το πιο αλαφρό. Μιλτιάδης Μαλακάσης |












Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου